iaspis.net

ΤΟ ΔΕΝΔΡΟΝ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
tilburg.jpg

Μετανάστης στην Ολλανδία

Κώστας Τόλης
2020-01-29

Κακούργα ξενητειά...

Το 2007, είχα στρώσει τη δουλειά εδώ στο ιντερνΕτ :) και ατένιζα το μέλλον με αισιοδοξία. Πώς τους ήρθε τότε, μια τράπεζα μου σκάει 10.000 δάνειο έτσι, για το καλό, τίνος άραγε; Δηλαδή, δεν ζητούσαν τίποτα να βάλω υποθήκη, δεν ζητούσαν τίποτα γενικά. Κι εγώ, καθώς έτσι κι εξάλλου δεν είχα καμία ακίνητη ή κινητή περιουσία παρά μόνο ρευστό όποτε τύχαινε, κι επειδή χρώσταγα ήδη 7.000 σε άλλη τράπεζα που πάλι δίναν αέρα λεφτά τότε, τα πήρα, ξεχρέωσα την μία τράπεζα, έβαλα τα άλλα στην τσέπη κι έφυγα για την Ολλανδία, "μετανάστης". :)

Σκεφτόμουν ότι για δύο μήνες θα την περνούσα ζάχαρη και μετά βλέποντας και κάνοντας. Είχα διαλέξει από πριν μια πόλη για να πάω να μείνω, όχι το Άμστερνταμ γιατί ήξερα ότι εκεί θα μου στοίχιζε τα διπλά λόγω τουρισμού, αλλά το Τίλμπουργκ, γιατί ήταν στο Νότο της Ολλανδίας και άρα λιγότερο κρύο σχετικά, και γιατί άρχιζε από Τ είχε και Λ, είχε και Ο, οπότε ταίριαζε καλύτερα με το όνομά μου, Τόλης.

Δεν ήξερα κανέναν βέβαια στην Ολλανδία, έκατσα ένα βράδυ στο Άμστερνταμ, πέρασα από τα κεντρικά κόφισοπς, συνοδευόμενος από έναν ασφαλίτη από Ελλάδα, που με είχε πάρει στο κατόπι από μέσα από το αεροπλάνο για να δει γιατί πήγαινα στην Ολλανδία και καθόταν μαζί μου, αλλά δεν την έπινε. Έμεινα τελικά το βράδυ σε ένα άθλιο Μοτέλ για πουτάνες, ο ασφαλίτης δεν με ακολούθησε εκεί, και την άλλη μέρα ξεκίνησα για το Τίλμπουργκ.

Εκεί συνάντησα άλλη ατμόσφαιρα. Η περιοχή δεν ήταν τουριστικοποιημένη, είχε όμως πανεπιστήμιο και φοιτητές.

Καθώς γύριζα στην πόλη με τη βαλίτσα με τις ρόδες να τη σέρνω, άνθρωποι μου λέγαν καλημέρα, ένας μάλιστα τον θυμάμαι χαρακτηριστικά ήταν ντυμένος ροκαμπίλι του '50, και γενικά η ατμόσφαιρα ήταν ροκ σε όλη την πόλη.

Αφού γύριζα στην πόλη που δεν ήξερα στα τυφλά, είδα μερικά Greek Restaurants, και μπήκα σε κάποιο μπας και πετύχω κανέναν πατριώτη να με κατατοπίσει. Αφού αρχίσαμε τις μπύρες με τον ιδιοκτήτη που είχε φύγει από την Ελλάδα λόγω της Ελληνικής πολιτικής που έπνιζε την επιχειρηματικότητα τότε (και τώρα) στην Ελλάδα, μου είπε ότι θα δει τι μπορεί να κάνει. Εκείνο το βράδυ κοιμήθηκα πάλι σε ξενοδοχείο, κανονικό αυτή τη φορά, πήγα το άλλο απόγευμα στο εστιατόριο, με έφερε σε επαφή με έναν Ολλανδό που θα με πήγαινε σε ενοικιαζόμενα να νοικιάσω. Πήγαμε σε μια συνοικία, μακριά από το κέντρο, που την είχαν μαύροι. Με το που ανεβαίνουμε και συναντάμε το μαύρο ιδιοκτήτη, ή τέλος πάντων αρμόδιο εκεί, με το που με βλέπει, λέει μυρίζεις αλκοόλ και δεν θέλουμε φασαρίες εδώ και να είμαι προσεκτικός αν θέλω να μείνω εκεί και κάτι περίεργα... Τον άκουσα για 60 δευτερόλεπτα, και λέω στον Ολλανδό, άστο πάμε να φύγουμε.

Ο Ολλανδός, καθήκι κι αυτός, κάλεσε ταξί να ξαναγυρίσουμε στο κέντρο και χωρίς να καταλαβαίνω ολλανδικά, κατάλαβα ότι έλεγε στον ταξιτζή, κάνε καμιά βόλτα να γράψει το ταξίμετρο να τα πάρεις από τον τουρίστα, εμένα. Ο ταξιτζής ήταν εντάξει τύπος και τον έγραψε και γυρίσαμε κανονικά. Εγώ έκανα τον κινέζο, είπα ευχαριστώ στον Ολλανδό για τη βοήθεια και ξαναπήγα στο ξενοδοχείο.

Την άλλη μέρα, κοντά στο ξενοδοχείο και δίπλα στο κεντρικό αστυνομικό τμήμα της πόλης, βρίσκω ένα σουβλατζίδικο τούρκικο, μπαίνω μέσα, τρώω, μαθαίνω ότι νοίκιαζε και δωμάτια από πάνω στη λούφα, και νοικιάζω εκεί το ρετιρέ, τη σοφίτα δηλαδή. Ο Τούρκος ήταν εντάξει τύπος, νέο παιδί, και μου θύμιζε πάρα πολύ οπτικά και σωματικά έναν πρώτο μου ξάδερφο, οπότε ένοιωσα κατευθείαν οικεία και γενικά δεν είχα προβλήματα εκεί.

Δίπλα μου στη σοφίτα, έμενε ένας Ολλανδός στη φάση μου, ροκ, μαλλί, φρικ άτομο δηλαδή, και κάναμε παρέα και τα πίναμε μαζί. Αυτόν τον είχαν διώξει από το σπίτι που είχε νοικιάσει, γιατί είχε βάλει δέντρα μέσα στο σπίτι και ο ιδιοκτήτης δεν ήθελε δέντρα μέσα στο σπίτι. Στους κάτω ορόφους μέναν μαύροι εργάτες, που δεν γνωριστήκαμε ποτέ.

Πέρασαν έτσι τρεις μήνες, τέλειωσαν τα λεφτά, τα λεφτά από τη δουλειά στο ιντερνΈτ :) δε φτάνανε ή δεν φτάνανε στην ώρα τους, λέω του Τούρκου, λυπάμαι αλλά θα φύγω για να μη σε βάλω μέσα. Μου λέει, αν θέλω να μου βρει δουλειά, να φυλάω και να φροντίζω μια παράνομη φυτεία κλειστού χώρου. Αλλά δεν ήμουν σε φάση για παρανομίες, είχα βαρεθεί κι όλας, είχε μπει χειμώνας, Οκτώβρης, και δεν ήμουν μαθημένος από τέτοια κρύα, τον ευχαρίστησα και έφυγα.

Γύρισα, τα πράγματα στρώσαν τους επόμενους μήνες εργασιακά, και τον Ιούνιο την ξαναέκανα για Ολλανδία, καθώς στην Ελλάδα, τα φυτά ήταν πολύ πιο ακριβά και πολύ πιο δυσεύρετα από την Ολλανδία, τότε.

Πάλι την πρώτη νύχτα την πέρασα στο Άμστερνταμ, αλλά διαφορετικά αυτή τη φορά. Ένιωθα σαν να ξαναγύριζα σπίτι μετά από πολύ καιρό. Άραξα σ' ένα κόφισοπ, παράγγειλα "μανάλι" και την έβρισκα. Έμοιαζα και με ροκ σταρ και κάτι μιγάδες Ολλανδέζες μου κάναν τα γλυκά μάτια, έπινα και μπύρες, γνώρισα κι έναν Αυστραλό με το γιό του δεκαπέντε χρονών που τον μάθαινε να πίνει χωρίς καπνό, σκέτο χόρτο από γυάλινους αργιλέδες χεριού.

Η νύχτα κυλούσε ευχάριστα, αλλά κατά της 11 τα κόφισοπς κλείνουν εκεί, και πήρα κι εγώ το σάκο μου και κίνησα να βρω κανά μέρος να κοιμηθώ. Περιπλανήθηκα στο κέντρο της πόλης, πολλοί τουρίστες, από κάθε πόρτα ξεπηδούσαν διάφοροι και λέγανε θες μαύρο, θες κόκα, θες κάτι; Δεν ήθελα τίποτα, βρήκα ένα μέρος με ησυχία κι έκατσα σ' ένα παγκάκι δίπλα σε μια γέφυρα κάποιου καναλιού.

Εκεί με πλησίασε μία και άρχισε να μου λέει ότι έχει κόκα κι αν θέλω ν' αγοράσω και τέτοια. Της εξήγησα ότι δεν με ενδιαφέρει η κόκα, αλλά εκεί, στην αρρώστια η άρρωστη, οπότε της έδωσα 5 ευρώ για να με αφήσει ήσυχο. Φαίνεται ο πούσερ της ανησύχησε μήπως έχω ψωνίσει από αλλού σε λάθος περιοχή, κι έστειλε κάποιον άλλον να με ρωτήσει δήθεν ότι του μύρισε πολύ ωραία αυτό που κάπνιζα και ήθελε να δοκιμάσει. Τον άφησα να δοκιμάσει το μανάλι, κατάλαβε περί τίνος πρόκειται και με ποιόν έχει να κάνει, είπε πολύ καλό κι έφυγε.

Αργότερα, προχώρησα κι άλλο κι έφτασα σ' ένα λιμάνι, κι άραξα κι εκεί λίγο. Είδα ένα ξενοδοχείο απέναντι και μπήκα, είχε δωμάτιο και την έπεσα για ύπνο.

Την άλλη μέρα ξαναπήγα στο Τίλμπουργκ, βρήκα στον Τούρκο που χάρηκε, αλλά με έστειλε σε άλλο σπίτι αυτή τη φορά γιατί τα είχε νοικιασμένα τα δωμάτια εκεί. Ήταν μακριά από το κέντρο και όχι βολικά, καθώς ούτε ίντερνετ δεν είχα εκεί.

Μια μέρα, ακούω βήματα στις σκάλες, ενώ στο σπίτι έμενα μόνος μου, παρόλο που είχε κι άλλα δωμάτια, δεν τα είχε νοικιάσει ακόμα. Ανοίγω την πόρτα και βλέπω 2 τσέους και μια κοπέλα, την γυναίκα του Τούρκου, που θέλαν οι τσέοι να μάθουν τι κάνω εκεί. Ο ένας καλός κι ευγενικός, ο άλλος κακός και καχύποπτος. Υποψιαζόταν ότι είχα στήσει φυτεία και φαίνεται ότι η γειτονιά δυσανασχετούσε μαζί μου γιατί ήταν εργατική συνοικία εκεί. Δεν την πολυπίνανε οι εργάτες :) κι όταν γυρνάγαν από τις δουλειές τους και βλέπαν εμένα στο μπαλκόνι αραχτό και κάθε μέρα, στράβωσαν. Οι τσέοι ψάχναν ντουλάπες, τα δωμάτια, όλα εκτός από την κασετίνα που είχα τα σέα, που την βλέπανε μεν, αλλά δεν ήταν φυτεία δε... Αφού δεν βρήκαν τίποτα, μου είπαν ότι για να μείνω πρέπει να δουλεύω και ότι μπορώ να βρω δουλειά αν θέλω, αρκεί να αποτανθώ στις υπηρεσίες του δήμου. Αλλά τους λέω έχω δουλειά, είμαι αστρολόγος και δουλεύω με το astrolisto.com. Την ήπιανε κάπως και μου λένε ότι όπως και να 'χει πάνω από δύο μήνες πρέπει να δηλώσω ότι ζω εκεί. Με ρώτησαν επίσης τι χαρτιά έχω κάνει με τον σπιτονοικοκύρη και τους λέω είναι φίλος μου, δεν πληρώνω. :)

Έκατσα δυο μήνες εκεί, μου έφερε κι άλλους νοικάρηδες εν τω μεταξύ, εργάτες που ζηλεύαν εμένα που καθόμουν και στήσανε πλεκτάνη φοβούμενοι μη τους γαμήσω τις γκόμενες όσο αυτοί δούλευαν :) και την κοπάνησα από κει και πήγα σε ένα Χόστελ σε ένα χωριό αρκετά απομονωμένο.

Εκεί έκατσα έξι μήνες και γνώρισα αρκετό κόσμο από το διεθνές "τζετ σετ" :) και ιδιαίτερα με κάποιους πιτσιρικάδες Ισραηλινούς, γίναμε φίλοι. Αυτοί είχαν μόλις τελειώσει το στρατιωτικό τους, και κάναν διακοπές και εμπόριο έργων τέχνης του δρόμου, χαϊμαλιά και τέτοια.

Μια μέρα που βρέθηκε μια κιθάρα, την έπιασα λίγο και γρατζούνισα λίγο Βαμβακάρη, ένα άσμα που λέει, "σαν μαστουριάσω και γινώ λιώμα από τη μαστούρα", εκεί ανακάλυψα ότι οι Ισραηλίτες γνώριζαν ελληνικά τραγούδια και λέξεις με σημασία! :) :) :) :) :) :) ...

Πηγαινοερχόμουν στο Τίλμπουργκ και σε άλλες μικρότερες πόλεις για τα "ψώνια" μου, απέφευγα να ψωνίζω από το δρόμο, και σε κάποιο κόφισοπ, μια πωλήτρια Ολλανδέζα "μ' ερωτεύτηκε" και μου τα 'ριχνε απόξω απόξω κάνοντάς μου δωράκια τζόιντ και τέτοια. Καλή και στα μέτρα μου, όμως... έλα που την είχα δει προτού καν πάω στην Ολλανδία στα τσοντοσάιτς να παίρνει πίπες για ένα τζόιντ... Και προς Θεού, δεν είμαι ρατσιστής :) απλώς έχω άλλα κριτήρια. Αυτό είναι όλο. :) :) :) :) :) :) :) :) :) :) ...

Γύρω στο Δεκέμβριο, τα κρύα είχαν σφίξει και ετοιμαζόμουν να φύγω, μου λένε οι Ισραηλίτες ότι κι αυτοί θα πρέπει να φύγουν, γιατί τους υποψιάζονται οι αρχές εκεί, για τρομοκράτες... Μου φάνηκε περίεργο γιατί στα αεροδρόμια που πέρναγα, αλλά και στην Ελλάδα, τους μαυριδερούς ψάχνανε για τρομοκρατία, όχι τους λευκούς.

Εδώ τότε γινόταν ο Δεκέμβρης του '08, διάβαζα τι γινόταν και λέω θα ξεκινήσει η επανάσταση χωρίς εμένα; :) Άκουγα όμως και εκεί στην Ολλανδία ότι είχε ξεσπάσει η κρίση από το Σεπτέμβριο, εκεί χτύπησε τις ιδιοκτησίες, κακή ώρα όπως γίνεται εδώ τώρα, εδώ και λίγα χρόνια. "Έπιασα στον αέρα" την κατάσταση, την ψυλλιάστηκα που λένε, και παρότι τότε είχα χτυπήσει ταβάνι στις εισπράξεις από το σάιτ, αποφάσισα ότι όταν θα έφτανε η κρίση στην Ελλάδα, και τότε ζούσα μόνο από Έλληνες πελάτες, θα ήμουν στην Ολλανδία ξέμπαρκος και θα έπρεπε να δουλέψω εκεί σε κάποια δουλειά. Έλα όμως που είμαι αλλεργικός στα αφεντικά...

Έτσι γύρισα αρχές του '09 και δεν ξανάφυγα.

Tags: ΟΛΛΑΝΔΙΑ ΤΙΛΜΠΟΥΡΓΚ ΜΕΤΑΝΑΣΤΗΣ ΤΟΥΡΙΣΤΑΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ Μέλη